Πρόκειται λοιπόν για μια εξαγγελία
χωρίς ουσιαστικό αντίκρισμα αφού σε αρκετές περιπτώσεις οι χαμηλοσυνταξιούχοι καλούνται
να πληρώσουν υπέρογκα ποσά για να έχουν πρόσβαση στο φάρμακο.
Σε μια προσπάθεια να
δικαιολογήσει τη στασιμότητα, το Υπουργείο Οικονομικών, μετά τις εξαγγελίες
Μητσοτάκη, εξέδωσε πρόσφατα ανακοίνωση, με την οποία εξαγγέλλει την επέκταση του
της απαλλαγής συμμετοχής σε 132.000 χαμηλοσυνταξιούχους που πληρούν τα ίδια
εισοδηματικά κριτήρια με τους πρώην δικαιούχους ΕΚΑΣ. Ωστόσο, το υπουργείο
αποφεύγει να αναφερθεί στο γεγονός ότι από το 2020 οι χαμηλοσυνταξιούχοι του
ΕΚΑΣ πληρώνουν ακριβά τα φάρμακά τους. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την κοροϊδία
της κυβέρνησης, σε μια από τις πιο ευάλωτες ομάδες της κοινωνίας.
Παρά τις διακηρύξεις, η
πραγματικότητα για τους συνταξιούχους παραμένει σκληρή. Τα έξοδα για φάρμακα είτε
εντός είτε εκτός λίστας, για διαγνωστικές εξετάσεις, για ιατρικές επισκέψεις
και νοσοκομειακή περίθαλψη αποτελούν μεγάλο βάρος για τα ήδη περιορισμένα
εισοδήματά τους. Πολλοί αναγκάζονται να επιλέγουν μεταξύ των αναγκαίων φαρμάκων
και άλλων βασικών αναγκών, με σοβαρές συνέπειες για την υγεία και την ποιότητα
ζωής τους.
Η πολιτεία οφείλει όχι μόνο να
καταργήσει κάθε πληρωμή στα φάρμακα που λαμβάνουν οι χαμηλοσυνταξιούχοι αλλά
και να αναστρέψει την πορεία εμπορευματοποίησης της υγείας. Η συνέπεια αυτής
της πολιτικής είναι ότι οι συνταξιούχοι, καθώς και τα λαϊκά στρώματα
γενικότερα, πληρώνουν ακριβά από την τσέπη τους για να έχουν πρόσβαση σε
υπηρεσίες υγείας. Η υγεία δεν είναι προνόμιο, αλλά δικαίωμα για όλους. Οι συνταξιούχοι,
που δούλεψαν και συνέβαλαν επί δεκαετίες στην κοινωνία, αξίζουν σεβασμό και
στήριξη.