
Ο ΟΟΣΑ, στην έκθεσή του, προτείνει την αύξηση των ορίων ηλικίας συνταξιοδότησης στα 66 για όσους είναι σήμερα 20 ετών. Θα κληθούν δηλαδή να εργαστούν 44 χρόνια αντί για 40 που είναι σήμερα.
Σημειώνει ότι η Ελλάδα αντιμετωπίζει έντονη γήρανση και μείωση εργατικού δυναμικού. Έτσι η εύκολη, τον ΟΟΣΑ και τις κυβερνήσεις, είναι η συνεχής μετατόπιση του ορίου συνταξιοδότησης προς τα πάνω.
Με το πρόσχημα αυτό και με τη μνημονιακή ρύθμιση για αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης, με βάση το προσδόκιμο ζωής, παρουσιάζεται ως «αναγκαστική» η συνεχής αύξηση των ορίων συνταξιοδότησης — μια λύση που φορτώνει όλο το βάρος στους εργαζόμενους.
Οι νέοι και οι εργαζόμενοι δεν μπορεί να είναι το μόνιμο υποζύγιο κάθε δημογραφικού ή δημοσιονομικού προβλήματος. Σε μια αγορά εργασίας ήδη επισφαλή, κακοπληρωμένη και εξαντλητική, η απαίτηση για περισσότερα χρόνια δουλειάς δεν είναι λύση — είναι τιμωρία.
Η κυβέρνηση της ΝΔ, αντί να μειώσει το ωράριο και τις μέρες εργασίας, νομιμοποίησε την εργασία τις Κυριακές και άνοιξε τον δρόμο για τη 13ωρη εργασία. Αντί να ενισχύσει τους μισθούς, ώστε να αυξηθούν τα έσοδα των ασφαλιστικών ταμείων, μειώνει τις εισφορές των εργοδοτών, αφήνοντας το σύστημα με λιγότερους πόρους.
Αντί για νέες επιβαρύνσεις των εργαζομένων, απαιτούνται ουσιαστικές αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα, στήριξη της απασχόλησης και λύσεις που δεν θυσιάζουν το δικαίωμα στη δίκαιη και έγκαιρη συνταξιοδότηση.
Και μέσα σε όλα αυτά, οι υπεύθυνοι ξεχνούν ποιοι πραγματικά άδειασαν τα ταμεία: τα θαλασσοδάνεια στο μεγάλο κεφάλαιο, οι άτοκες καταθέσεις στην Τράπεζα της Ελλάδος, τα χαμηλά επιτόκια, το τζογάρισμα στο χρηματιστήριο και τέλος το κούρεμα των αποθεματικών τους με τα μνημόνιά τους. Οι εργαζόμενοι και οι συνταξιούχοι δεν έχουν κοντή μνήμη.