Οι τιμές αγοράς των κατοικιών στην Ευρωπαϊκή Ένωση αυξήθηκαν κατά 48% κατά μέσο όρο σε διάστημα οκτώ ετών, από το 2015 έως το 2023, σύμφωνα με τον δείκτη που συνέταξε η Eurostat. Η μεγαλύτερη αύξηση καταγράφηκε στην Ουγγαρία (173%), ενώ η μικρότερη στη Φινλανδία (5%).
Πρέπει,
ωστόσο, να σημειωθεί ότι η Ελλάδα είναι η μοναδική χώρα που δεν έχει υποβάλει
στοιχεία, πιθανώς για να αποκρύψει την εκτίναξη των τιμών των ακινήτων τα
τελευταία χρόνια.
Σύμφωνα με μια
ανάλυση του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, βασικοί παράγοντες που συνέβαλαν στην
άνοδο των τιμών είναι:
- η μείωση των νέων κατασκευών,
το κόστος των οποίων έχει επίσης αυξηθεί,
- η αύξηση των επιτοκίων
στεγαστικών δανείων, και
- η αγορά ακινήτων ως επένδυση.
Μεταξύ 2015
και 2021, οι τιμές των κατοικιών αυξήθηκαν περισσότερο από τον πληθωρισμό στις
περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Το 2020, ο αποπληθωρισμένος ετήσιος
δείκτης τιμών κατοικιών έφτασε τις 5 μονάδες, ενώ το 2021 ανέβηκε στις 5,7
μονάδες. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θεωρεί ότι 6 μονάδες στον συγκεκριμένο δείκτη
υποδηλώνουν κίνδυνο δημιουργίας «φούσκας» στα ακίνητα. Έκτοτε, οι τιμές των
κατοικιών συνέχισαν να αυξάνονται, αλλά με ρυθμό χαμηλότερο από τον γενικό
πληθωρισμό.
Οι τιμές
ενοικίασης αυξήθηκαν κατά 20% από το 2010 σε όλη την Ε.Ε., ενώ οι τιμές αγοράς
παρουσίασαν μεγαλύτερη αστάθεια λόγω διαφόρων κρίσεων. Το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο
αποδίδει μέρος της αύξησης στις βραχυχρόνιες μισθώσεις, οι οποίες έχουν μειώσει
τη διαθεσιμότητα κατοικιών. Το 2018, την πρώτη χρονιά καταγραφής αυτών των
δεδομένων από τη Eurostat, πραγματοποιήθηκαν 441 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις
μέσω διαδικτυακών πλατφορμών για τουριστικές ή βραχυχρόνιες ενοικιάσεις. Το
2023, ο αριθμός αυτός αυξήθηκε στις 718 εκατομμύρια διανυκτερεύσεις.
Το 10% των
νοικοκυριών στις ευρωπαϊκές πόλεις και το 7% στις αγροτικές περιοχές δαπανούν
πάνω από το 40% του εισοδήματός τους στη στέγαση, γεγονός που θεωρείται
οικονομική επιβάρυνση. Η Ελλάδα είναι η χώρα που πλήττεται περισσότερο από
αυτό το πρόβλημα: το 30% των νοικοκυριών στις ελληνικές πόλεις και το 23% στις
αγροτικές περιοχές πληρώνουν υπερβολικά ποσά για τη στέγαση.
Οι νέοι στην
Ευρώπη εγκαταλείπουν το σπίτι των γονιών τους κατά μέσο όρο στα 26 τους χρόνια,
αν και ο αριθμός αυτός διαφέρει σημαντικά μεταξύ των χωρών. «Πρωταθλήτριες»
στην παραμονή των νέων στην οικογενειακή κατοικία είναι η Κροατία, η Ελλάδα και
η Σλοβακία, ακολουθούμενες από την Ιταλία και τη Βουλγαρία. Το γεγονός ότι η
Ελλάδα συγκαταλέγεται στις χώρες με τα υψηλότερα ποσοστά παραμονής των νέων στο
σπίτι των γονιών τους καταδεικνύει το πρόβλημα των χαμηλών εισοδημάτων και
του υψηλού κόστους στέγασης.
Τέλος, το
17% των Ευρωπαίων ζει σε κατοικίες που δεν διαθέτουν τον απαιτούμενο χώρο,
δηλαδή τουλάχιστον ένα δωμάτιο για κάθε ενήλικα ή ζευγάρι, ή δύο δωμάτια για
κάθε δύο ανήλικα παιδιά.